Ξεκίνησα το "γράψιμο" όταν καβαλώντας τον τρίτο χρόνο της ζωής έμπαινα στον τέταρτο και η αδερφή μου πήγαινε στην πρώτη τάξη του Δημοτικού. Την έβλεπα κάθε απόγευμα - αυτή και τα άλλα γειτονόπουλα - να μουτζουρώνει τετράδια και βιβλία με το μολύβι της και μόλις βρήκα ευκαιρία, χαρτί και μολύβι αδέσποτα, άρχισα να τη μιμούμαι.
Τα πρώτα μου γράμματα ήταν μικρές τεθλασμένες γραμμές που σε τακτά διαστήματα τις "τόνιζα". Κάθε "λέξη" και μια μικρή ή μεγάλη τεθλασμένη γραμμή που έχει πάνω της και ένα τονικό σημάδι. (Αυτός ο τόνος ανεξήγητο πώς με γέμιζε ικανοποίηση και το έβαζα με πολύ πάθος και περηφάνια!)
Δε θυμάμαι πως αντιδρούσαν οι άλλοι όταν με έβλεπαν να "γράφω". Θυμάμαι όμως πολύ καλά, δυο χρόνια αργότερα, μαθητής στην πρώτη Δημοτικού, όταν έπιασα το μολύβι με το αριστερό, "το κακό χεράκι", και άρχισα να γράφω ο πέλεκυς της διδασκαλικής εξουσίας ήταν αμείλικτος. Η κεραυνοβόλα αντίδραση του δασκάλου, ο χάρακάς του που καιροφυλακτούσε και οι μητρικές κατραπακιές που κατόπιν διδασκαλικής παραίνεσης "έπεφταν" κάθε απόγευμα μου έδωσαν το πρώτο μάθημα: η υπακοή στην εξουσία σε απαλλάσσει από τους "μπελάδες".
Κι ενώ οι μπελάδες του γραψίματος γρήγορα εξέλειπαν εγώ ανακάλυπτα, διαβάζοντας και γράφοντας, τη μαγεία του γραπτού λόγου. Έγραφα, όπως και οι περισσότεροι νομίζω, αυτά που μου ζητούσαν να γράφω: σχολικές εργασίες, κείμενα για εξετάσεις, σημειώματα, γράμματα... Μέχρι και την ενηλικίωση μου τα κείμενά μου ήταν χρηστικά κείμενα, που η συγγραφή τους υπαγορευόταν από συγκεκριμένες υποχρεώσεις.
Παρόμοια είναι, νομίζω, και τα κείμενα που παράγουν οι περισσότεροι άνθρωποι: γράφουν για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένες επικοινωνιακές ανάγκες. Για να διατηρήσουν λ. χ. στοιχεία απαραίτητα για χρήση αργότερα ( πίνακες, εκθέσεις κλπ) ή για να μεταφέρουν το μήνυμά τους σε αποδέκτες που η απόσταση στο χώρο και στο χρόνο δεν καθιστά εφικτή την άμεση επικοινωνία (π. χ. επιστολή).
Υπάρχουν όμως και κείμενα που δεν εξυπηρετούν ανάγκες όπως οι παραπάνω. Οι συντάκτες /-τριες τους δεν καλύπτουν χρηστικές ανάγκες όπως αυτές που προανέφερα. Γράφουν ορμώμενοι από εσωτερικά κίνητρα, άδηλα πολλές φορές, εξωτερικεύοντας ιδέες και σκέψεις. Η γραφή τότε είναι μια άλλη μορφή έκφρασης όπως η ζωγραφική, το τραγούδι, ο χορός. Μια "γλώσσα" που "φωνάζει" και αποκαλύπτει τον εσωτερικό κόσμο του συγγραφέα.
Ο άνθρωπος γράφει γιατί επικοινωνεί ή αφού επικοινωνεί, γράφει. Αξιοποιεί την επίκτητη ιδιότητα του γραπτού λόγου (ο προφορικός είναι κληρονομικός) και ξεπερνά τα εμπόδια του χώρου και του χρόνου για να εξασφαλίσει αποτελεσματικότερη επικοινωνία. Ο παραγόμενος λόγος διατηρείται αυτούσιος όπως ειπώθηκε από το συντάκτη του χωρίς τις στρεβλώσεις που προκαλεί η διαμεσολάβηση τρίτων.
Ο παραγωγός γραπτού λόγου γνωρίζει καλά ότι τα κείμενά του μπορούν εν δυνάμει να αποτελέσουν μορφές κοινωνικής παρέμβασης. Με το λόγο του, αν εξασφαλίσει αναγνωστικό κοινό, είναι σε θέση να συνδιαλλαγεί με την κοινωνία, να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει. Να παρέμβει στην πραγματικότητα και να τη διαμορφώσει.
Ένα λογοτεχνικό κείμενο, ως τέχνη, αποτελεί ερμηνευτική προσέγγιση του κόσμου, διαφορετική από την επιστήμη. Στηρίζεται ή δε στηρίζεται στον ορθό λόγο και ανάλογα εξηγεί τα φαινόμενα. Η λογική, η απόδειξη, οι πειραματικές διαδικασίες δεν αποτελούν προϋπόθεση σ' αυτή την ερμηνευτική προσέγγιση. Μπορούν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση της εικόνας που έχει ο συγγραφέας για τον κόσμο αλλά δεν τον δεσμεύουν.
Ένα κείμενο μπορεί να προσφέρει στο συντάκτη του τη δυνατότητα να "μιλά" και όταν δεν είναι παρών. Σε ορισμένες περιπτώσεις (μεγάλοι συγγραφείς) το κείμενο είναι το διαβατήριο για την αιωνιότητα. Κι αν αυτό δε συμβεί ένα κείμενο που διαβάζεται προσφέρει αναγνωσιμότητα και και καταξίωση.
Η γραφή μοιάζει με τη γέννηση. Απαιτούνται προϋποθέσεις για να υλοποιηθεί, όχι τεχνικές, αυτές είναι εύκολο να κατακτηθούν. Απαιτείται το γνωστικό και θεωρητικό υπόβαθρο που θα επιτρέπει στο συντάκτη να μετασχηματίζει τον πλούτο των βιωμάτων του, των γνώσεων που αντλεί από τον κόσμο που τον περιβάλλει, σε κείμενα. Έπειτα ακολουθεί η κύηση: ο εσωτερικός μετασχηματισμός του υλικού που συλλέχτηκε και η ανασύνθεσή του. Τέλος έρχεται η γέννηση, το κείμενο σε οποιαδήποτε μορφή:διήγημα, μυθιστόρημα, ποίημα, θέατρο, επιστολή, ημερολόγιο κ.ο.κ. Από τη στιγμή αυτή και έπειτα, όπως και κάθε έργο τέχνης, το νεογέννητο ακολουθεί τη δική του πορεία, Πολλές φορές μάλιστα η πορεία αυτή είναι πολύ διαφορετική από αυτή που ο συγγραφέας του οραματιζόταν.
Η διαδικασία της "σύλληψης", της "σύνθεσης" και της "γέννησης" λειτουργεί πολλές φορές λυτρωτικά για την ψυχή του συγγραφέα, τον αποφορτίζει, του δίνει τη δυνατότητα να μιλήσει. Η γραφή σπάει τη μοναξιά. Πάντα όταν γράφεις πιστεύεις ότι κάποιος εκεί έξω θα σε διαβάσει, θα συνδιαλλαγεί μαζί σου.
...
Εν κατακλείδι : γράφουμε για να επικοινωνήσουμε,
για να βγάλουμε το φορτίο που κουβαλάμε μέσα μας,
για να μας ακούσουν,
για να μας αγαπήσουν,
για να μας μισήσουν,
για να μας γνωρίσουν,
για να μας θαυμάσουν,
για να φωνάξουμε,
για να γκρεμίσουμε,
για να χτίσουμε,
για να ζήσουμε,
για να "γλείψουμε",
για να λοιδωρήσουμε,
για να επαινέσουμε,
για να κατηγορήσουμε,
για να δημιουργήσουμε,
για να αλλάξουμε,
για να μιλήσουμε,
για να υπάρξουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου