dimosofoulis@yahoo.gr

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

«ΌΧΙ» δασκάλων στις μαθητικές παρελάσεις

Ο Σύλλογος διδασκόντων του 1ου Πειραματικού Δημοτικού Σχολείου Θεσσαλονίκης αντιτίθεται στη συμμετοχή των μαθητών του στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου εκφράζοντας τις παιδαγωγικές αντιρρήσεις στο θεσμό της μαθητικής παρέλασης.
«Η ολοκληρωτική νοοτροπία, ο αποκλεισμός και οι διακρίσεις, ο μιλιταρισμός, η ψυχολογία μαζικής πειθαρχίας και η αφομοίωση δεν έχουν προφανώς καμιά σχέση με την κατάκτηση της ιστορικής γνώσης και την κριτική προσέγγιση της συλλογικής μνήμης από τους μαθητές Αν κάτι πρέπει να διδάσκονται τα παιδιά από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο είναι αυτό που χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωναν στους δρόμους με τη λήξη του πολέμου: “Ποτέ πια πόλεμος, ποτέ πια φασισμός στη γη” Κι αυτό φυσικά δε μπορεί να γίνει μέσα από την παρέλαση, το αντίθετο μάλιστα», αναφέρει στην ανακοίνωσή του ο Σύλλογος των δασκάλων του 1ου Πειραματικού Δημοτικού. Παρέλαση με το ζόρι
Ωστόσο, παρά την άρνηση των δασκάλων, οι μαθητές του 1ου Πειραματικού θα παρελάσουν με …άνωθεν επιβολή. Αυτή είναι η απόφαση του Διευθυντή του 1ου Γραφείου της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Θεσσαλονίκης.
Η απόφαση αυτή προκάλεσε την αντίδραση του Εποπτικού Συμβουλίου των Πειραματικών Δημοτικών Σχολείων του ΠΤΔΕ-ΑΠΘ, το οποίο απαρτίζουν ο επίκουρος καθηγητής, Αθανάσιος Αϊδίνης και οι λέκτορες Τάσος Λιάμπας και Έφη Παπαδημητρίου. Με ομόφωνη απόφασή του το εποπτικό Συμβούλιο εκφράζει την υποστήριξή του στο Σύλλογο Διδασκόντων του 1ου Πειραματικού Δημοτικού Σχολείου για τις παρελάσεις, θεωρώντας τις «ως συντηρητικά ιδεολογικά σύμβολα και αναχρονιστικές πρακτικές που αντιτίθενται στην υπόσχεση της Παιδαγωγικής ως Επιστήμης της Εκπαίδευσης για ένα ανθρώπινο και δημοκρατικό σχολείο για όλα τα παιδιά, που προετοιμάζει το δημιουργικό, κοινωνικό, ικανό για συνεργασία και ολόπλευρα ολοκληρωμένο άνθρωπο».
Ο Σύλλογος διδασκόντων του 1ου Πειραματικού Δ. Σ. Θεσσαλονίκης του ΠΤΔΕ του ΑΠΘ θυμίζει μεταξύ άλλων στην ανακοίνωσή του ότι: «Το μαθητικό συμπλήρωμα στις στρατιωτικές παρελάσεις ξεκίνησε στα χρόνια του Μεταξά, όταν η ομοιομορφία της εμφάνισης μαθητών και μαθητριών ήταν δεδομένη, ενώ η στρατιωτικοποίηση της νεολαίας ( Ε.Ο.Ν.) ήταν βασικός στόχος του καθεστώτος. Από τότε οι μαθητικές παρελάσεις συνεχίζονται αδιάλειπτα καθοριζόμενες από ένα θολό νομοθετικό πλαίσιο -«προαιρετικά και με το ζόρι», παρά την καταδίκη της χώρας μας από το ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων για το θέμα της υποχρεωτικότητας της συμμετοχής μαθητών και εκπαιδευτικών σ΄ αυτές. Η μόνη περίοδος που τέθηκε ουσιαστικά ζήτημα κατάργησής τους ήταν αμέσως μετά τη χούντα. Όμως οι παρελάσεις έμειναν ανέγγιχτες από οποιαδήποτε απόπειρα «εκσυγχρονισμού» ακολούθησε και έτσι μέχρι σήμερα μαθητές και μαθήτριες συνεχίζουν να παίζουν τα στρατιωτάκια με τους εκπαιδευτικούς (και ιδίως τους/τις γυμναστές/τριες) σε ρόλο «επιλοχία».
«Προφανώς, η μαθητική παρέλαση (και μάλιστα στρατιωτικού τύπου) δεν αντέχει ούτε τη στοιχειώδη κριτική προσέγγιση από οποιαδήποτε σύγχρονη παιδαγωγική σκοπιά. Αφού όλα στην παρέλαση παραπέμπουν σε παιδαγωγικούς αρχαϊσμούς στρατιωτικού τύπου. Γι’ αυτό και όλη η προετοιμασία είναι μια ξεκομμένη δράση στο χώρο του σχολείου. Συναντά τη χαρούμενη αποδοχή των μαθητών/τριών, μόνο γιατί γίνεται «έξω» και αντιμετωπίζεται με την ιλαρότητα ενός παιχνιδιού ρόλων. Έτσι όμως η «εγχάραξη» επιτυγχάνεται πολύ ευκολότερα, αφού οι «συνθήκες πρόσληψης» είναι σχεδόν ιδανικές (πολύ θα θέλαμε ένα μεγάλο μέρος της καθημερινής εκπαιδευτικής διαδικασίας να γίνεται «έξω» και με «παιχνιώδη» διδακτική προσέγγιση). Όμως τι ακριβώς «εγχαράσσεται»;
α) Διαχωρισμός-διακρίσεις: αγόρια μπροστά, κορίτσια πίσω (ολοφάνερα σεξιστικό), αλλά και ψηλοί/ές μπροστά, κοντοί/ές πίσω (ολοφάνερα ακατανόητο). Και κυρίως άξιοι/ες ξεχωριστά -η Ελλάδα της σημαίας-πληβείοι πίσω. Μάλιστα η εξάδα μόνο πηγαίνει συνήθως στη Δοξολογία και πάντα μπροστά- ξεκομμένη από τον υπόλοιπο μαθητικό όχλο. Εδώ, συναντάμε και το μεγάλο θέμα της απόρριψης των παιδιών με αναπηρίες. Η εγκύκλιος που επιτρέπει και τη συμμετοχή ανάπηρων στην πράξη περιορίζεται στους/ις σημαιοφόρους και αποτελεί καταφανώς επικοινωνιακό τρικ, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γενικευτεί, αφού οι απαιτήσεις για τη συμμετοχή στα «παρελαύνοντα τμήματα» δεν σέβονται διόλου τις ιδιαίτερες δυσκολίες και ανάγκες αυτών των παιδιών.
β) Θηριοδαμαστικός παβλοφισμός: Όλοι/όλες περπατάμε με το ίδιο αφύσικο βήμα, μετά από πολύωρη, μάλιστα, εκγύμναση, που μετατρέπει το σχολείο σε τσίρκο. Για να μπορούμε να «στοιχιζόμαστε» βλέποντας μόνο το κεφάλι του μπροστινού μας και να «ζυγιζόμαστε» ρίχνοντας ματιές στο πλάι στο/στη διπλανό/ή μας και εντέλει να κινούμαστε σαν ρομποτάκια με το ρυθμό που επιβάλλει -παβλοφικά-η σφυρίχτρα ή το «ένα στο αριστερό».
γ) Αγελισμός - ομοιομορφία: συνδέεται με το προηγούμενο όσον αφορά στην κίνηση στο χώρο, αλλά επεκτείνεται και στην ενδυμασία. Την πιο ορατή προσπάθεια υποταγής του ατόμου στη μαζική ομοιομορφία του συνόλου. Τώρα τελευταία, μάλιστα, έχουμε σύνδεση του εθνικοσοσιαλιστικού αυτού κατάλοιπου με το θεσμό της χορηγίας. Συνήθως φροντιστήρια «χορηγούν» μέρος (φουλάρια, γιλέκα, μπερέδες κ.λ.π.) της ενδυμασίας.
δ) Υποβιβασμός του ελεύθερου πολίτη σε υποταγμένο «υπήκοο»: Από ποιο φεουδαρχικό χρονοντούλαπο άραγε βγαίνουν αυτοί οι «επίσημοι» που στέκονται κάθε φορά στην εξέδρα (δεσπότης, στρατηγός, νομάρχης -οι αρχές και εξουσίες του τόπου) επιθεωρώντας με βλοσυρό βλέμμα τους υπηκόους τους, καθώς αυτοί τους «αποδίδουν τιμές» (γιατί άραγε;) στρέφοντας την κεφαλή δεξιά (ενώ ταυτόχρονα κοιτάνε λοξά τη «στοίχισή» τους και ακόμα πιο λοξά τη «ζύγισή» τους);
ε) Κιτς και αισθητική κακογουστιά: Εκτός από τον τρόπο που κινούμαστε και τα ρούχα που φοράμε στην παρέλαση ακούμε και μουσική (δεν υπάρχει τελετουργία χωρίς μουσική υπόκρουση άλλωστε, εκτός από αυτές που απαιτούν πλήρη σιωπή). Και τι μουσική! Στρατιωτικά εμβατήρια (την κακοποίηση, δηλαδή, της όποιας συμφωνικής παράδοσης της Δύσης) που επενδύουν μουσικά κάποια άτεχνα στιχάκια εθνικιστικού κρεσέντου.
στ) Eθνικιστική μονοπολιτισμικότητα: Παρά τα ρητορικά φληναφήματα περί «σεβασμού των πολιτισμικών διαφορών» οι παρελάσεις αποτελούν έναν ακόμη μηχανισμό (τον πιο χοντροκομμένο, ίσως) για την επιβολή είτε της αφομοίωσης είτε της ρατσιστικής απόρριψης και του αποκλεισμού του «διαφορετικού» από την εκπαιδευτική διαδικασία. Οι «καθιερωμένες» πλέον αντιπαραθέσεις γύρω από το ζήτημα των αλλοδαπών σημαιοφόρων το αποδεικνύουν περίτρανα.
ΠΗΓΗ: TVXS

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2009

Το κάστρο της Πάτρας

μια εργασία της Δέσποινας – Βασιλικής Σ.
(στα πλαίσια της ευέλικτης ζώνης) Το Κάστρο της Πάτρας χτίστηκε κατά το δεύτερο μισό του 6ου μ.Χ. αιώνα, επάνω στα ερείπια της αρχαίας Ακρόπολης. Βρίσκεται σε ένα χαμηλό λόφο του Παναχαϊκού σε απόσταση 800 μέτρων περίπου από την ακτή. Τα τείχη του περικλείουν μία έκταση 22.725 τ.μ. και αποτελείται από έναν τριγωνικό εξωτερικό περίβολο, ενισχυμένο με πύργους και προμαχώνες, που προστατεύονταν αρχικά από βαθιά τάφρο και ένα εσωτερικό περίβολο που υψώνεται στη Β.Α. γωνία και επίσης περιβάλλεται από τάφρο. Κατασκευάστηκε από τον Ιουστιανό μετά τον καταστροφικό σεισμό του 551 με υλικά προχριστιανικών οικοδομημάτων για την άμυνα της περιοχής και των κατοίκων της. Στους αιώνες που ακολούθησαν και έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρέμεινε σε αδιάκοπη χρήση για την άμυνα της πόλης, αλλά και ως διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο. Στους Βυζαντινούς αιώνες, μέχρι τον ερχομό των Φράγκων (1205) το πολιόρκησαν Σλάβοι, Σαρακηνοί, Βούλγαροι, Νορμανδοί κ.α. χωρίς όμως να κατορθώσουν να το κατακτήσουν. Στα 805 μ.Χ. οι κάτοικοι της πόλης πολιορκήθηκαν στο κάστρο από Σλάβους και Σαρακηνούς και η νίκη τους που αποδόθηκε σε θαύμα του πολιούχου Αγίου Ανδρέα, ήταν σημαντική για την αναχαίτιση των βαρβαρικών επιδρομών στην Πελοπόννησο. Οι Φράγκοι σταυροφόροι, το μεγάλωσαν, το ενίσχυσαν και άνοιξαν τάφρο στις τρεις πλευρές του. Το 1278 υποθηκεύτηκε στο Λατίνο Αρχιεπίσκοπο ενώ το 1408 παραχωρήθηκε από τον Πάπα για πέντε χρόνια και έναντι μισθώματος, στους Ενετούς. Στα χέρια του Λατίνου Αρχιεπισκόπου έμεινε έως το 1430 που απελευθερώθηκε από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ο Κωνσταντίνος προχώρησε σε προσθήκες και επισκευές των τειχών. Oι Τούρκοι το κατέλαβαν το 1458 και παρέμειναν εκεί όλη σχεδόν την περίοδο της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα.
Το κάστρο πέρασε στα χέρια των
Ελλήνων μόλις το 1828 μετά την παράδοσή του από την τουρκική φρουρά στο Γάλλο στρατηγό Μαιζόν. Στα χρόνια 1941-1944 ήταν στη γερμανική κατοχή από την οποία ελευθερώθηκε μαζί με την Πάτρα στις 4 Οκτωβρίου 1944. Από το 1973 το Κάστρο είναι στην εποπτεία της 6ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Στο λυόμενο θεατράκι (640 θέσεων) που βρίσκεται στο εσωτερικό περίβολο, φιλοξενούνται κάθε καλοκαίρι πολιτιστικές εκδηλώσεις. Οι οικοδομικές φάσεις που διακρίνονται σήμερα στο κάστρο αποτελούν μαρτυρία των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν από τους εκάστοτε κατακτητές του για την επισκευή του και την προσαρμογή στις εξελίξεις της πολεμικής τεχνολογίας. Σε ειδική εσοχή στην τοιχοποιία, είναι εντοιχισμένος κορμός αγάλματος και κεφάλι ανδρός των ρωμαϊκών χρόνων. Το παραμορφωμένο αυτό άγαλμα πήρε μυθικές διαστάσεις στα μάτια των κατοίκων της Πάτρας. Έγινε το στοιχειό της πόλης, η «Πατρινέλα». Η παράδοση λέει ότι ήταν γυναίκα μεταμορφωμένη σε άντρα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας που φυλάει την πόλη από επιδημίες και κλαίει τις νύχτες, όταν πεθαίνει κάποιος γνωστός Πατρινός.